Πάντα ήθελα να φεύγω.
Να πετάει η ψυχή μου σαν τα πουλιά.
Να νιώθω τη γλύκα μιας ατέλειωτης φυγής.
Όχι να φεύγω γι’ άλλους τόπους.
Από την ίδια τη ζωή μου να φεύγω.
Να ρίχνω τα “στοπ” στον δρόμο μου.
Να γκρεμίζω τις πινακίδες που σηματοδοτούσαν διαδρομές.
Να πατάω στις διαχωριστικές γραμμές.
Ν’ αψηφώ τα όρια της ταχύτητας.
Να φεύγω χωρίς προορισμό.
Μια φυγή μέσα στην ίδια τη φυγή.
Σα να με κυνηγούσε πάντα ο εαυτός μου.
Και μόλις έβρισκα ένα ξέφωτο, να πάρω μια ανάσα, βρε αδερφέ, να στήσω μια σκηνή να ξαποστάσω, βαρούσε ο συναγερμός μέσα μου και με ξεκούφαινε.
Φεύγοντας, άφησα πίσω μου πολλά σκουπίδια. Άφησα όμως, στη φούρια μου, και πράγματα πολύ σημαντικά.
Κάτι κοσμήματα, ας πούμε, ακριβά, που κάποιοι μου είχαν χαρίσει για να στολίσω την ψυχή μου…
Το ημερολόγιο μιας γυναίκας, η διαδρομή της, με τις ιστορίες προσώπων που έγιναν σταθμοί στη ζωή της.
Ιστορίες ανθρώπινες και αληθινές.