ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΕΓΩ!:
Μια φορά κι έναν καιρό αποφάσισα να πεθάνω. Αργά αλλά σταθερά και χωρίς να το συνειδητοποιώ, καθώς τα χρόνια κυλούσαν, εγώ έσκαβα το λάκκο μου φτυαρίζοντας κάθε μέρα κι από λίγο χώμα, αδειάζοντας κάθε μέρα κι από λίγη ζωή. Κι όλοι έζησαν καλά κι εμείς καλύτερα. Σχεδόν. Έζησαo παρά τις αδιαμφισβήτητες προσπάθειές μου για το αντίθετο. Όχι όμως καλά. Και σίγουρα όχι καλύτερα.
“Πώς έπαθες ανορεξία;” με ρωτούν κάποιες φορές. Το μυαλό μου μουδιάζει για μερικά δευτερόλεπτα. Πώς έπαθα νευρική ανορεξία; Δεν έπαθα. Στο δικό μου μυαλό η λέξη “έπαθα” δηλώνει ότι κάτι μου συνέβη τυχαία, ακούσια, χωρίς να το επιδιώξω ή να συναινέσω σε αυτό. Εμένα όμως δε μου συνέβη κάποιο ατύχημα, δεν αρρώστησα κατά λάθος. Δεν έπαθα ανορεξία. Την επέλεξα.
Αυτή είναι η ιστορία μου. Μια ιστορία ενός κοριτσιού εντελώς συνηθισμένου, όπως τόσα άλλα, που βυθίστηκε στην κινούμενη άμμο χωρίς να ξέρει από πού να πιαστεί για να βγει έξω και να σωθεί. Η ιστορία μιας νέας γυναίκας που ήταν καταδικασμένη να ζει μέσα σε μια φυλακή από καθρέφτες, μέσα στο ψέμα και στον πόνο, σε μια αυτοεξορία. Αιώνια παγωμένη, αιώνια πεινασμένη. Ολομόναχη. Εγώ η ίδια καταδίκασα τον εαυτό μου σε ισόβια απομόνωση. Εγώ αποφάσισα ότι δεν είχε καμία αξία και κανένα νόημα η ζωή μου. Εγώ αποπειράθηκα να σκοτώσω την Αναστασία. Τη μισούσα και ήθελα να πεθάνει πάση θυσία. Ξαφνικά όμως συνέβη κάτι περίεργο, κάτι απρόσμενο. Λίγο πριν τα καταφέρω, άλλαξα γνώμη.