Πάλι χώρισα…
Πάλι βγήκα στη γύρα, πάλι μπακούρι έμεινα στην πιάτσα, πάλι πρέπει να μοιράσω το χιλιοδιανεμημένο βιογραφικό μου· πώς με λένε, πού μένω, πού δουλεύω; Πάλι ξενύχτια, κάπνα, χαζομπάρ και πάρτι για να γνωρίσω ένα σωρό ακατάλληλους, να καψουρευτώ περισσότερο τον πρώην και να διαλέξω ανάμεσα στους τυφλούς τον μονόφθαλμο, ώσπου να διαπιστώσω έπειτα από λίγο καιρό ότι έκανα άλλο ένα λάθος. Χάθηκε ο κόσμος να κάνω κάποια τυχαία γνωριμία στον δρόμο, κολλημένη στην κίνηση, στη δουλειά, στο γυμναστήριο; Είναι ανάγκη να ζαρώσω, να γεμίσω μαύρους κύκλους, να γεράσω πριν την ώρα μου και να υπνοβατώ όλη μέρα για να τον γνωρίσω;
Αυτά σκεφτόταν η Άννα καθώς πολλαπλασίαζε τη συγκομιδή των ακατάλληλων, αφού ο Νίκος την παράτησε για να μείνει για λίγο μόνος… Ήθελε να “σκεφτεί”. Τουλάχιστον εδώ ήταν ειλικρινής κι είπε για λίγο…