Όπως πολλές πόλεις, έτσι και το Παρίσι αναπτύχθηκε σε ένα σταυροδρόμι σπουδαίων χερσαίων και υδάτινων δρόμων. Τη Ρωμαϊκή περίοδο, τον 1ο αι. π.Χ., ο οικισμός των Κελτών στο Ιλ ντε λα Σιτέ (νησί του Άστεως) επεκτάθηκε και στις όχθες του Σηκουάνα. Ωστόσο, η παρακμή της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας (4ος-6ος αι. μ.Χ.) επηρέασε το Παρίσι, αλλά και την υπόλοιπη Ευρώπη, και μόνο κατά το 1000 μ.Χ. ανέκτησε η πόλη τη δύναμή της, όταν οι Καπετίδες τής εξασφάλισαν πολιτική σταθερότητα, οικονομική ανάπτυξη και πληθυσμιακή αύξηση. Τον όψιμο Μεσαίωνα το Παρίσι εξακολούθησε να αναπτύσσεται παρά τις συχνές πυρκαγιές και τις επιδημίες πανούκλας. Στην Αναγέννηση έγιναν τα πρώτα πολεοδομικά σχέδια και παντού στην πόλη εμφανίστηκαν κομψές πλατείες πλάι σε εντυπωσιακά μέγαρα με προσόψεις κλασικής τεχνοτροπίας. Οι Γάλλοι βασιλείς και αριστοκράτες, μαζί με την όλο και πλουσιότερη αστική τάξη, θέλησαν να αποτυπώσουν την επιρροή και τη δύναμή τους χτίζοντας δημόσια κτήρια, μνημεία και ωραίες ιδιωτικές κατοικίες. Αλλά μόνο τον 19ο αι., όταν ο Ναπολέων Γ’ ανέθεσε στον βαρόνο Οσμάν να εκσυγχρονίσει την πόλη, το Παρίσι απέκτησε τη σημερινή μορφή του με τις μεγάλες λεωφόρους και τα κλασικά μέγαρα. Ως σύγχρονη μητρόπολη πλέον, φιλοξένησε πολλές Διεθνείς Εκθέσεις, ενώ τότε απέκτησε και το σήμα κατατεθέν του, τον Πύργο του Άιφελ. Το μεγαλύτερο μέρος του 20ού αι. λειτούργησε ως φάρος για Γάλλους αλλά και ξένους καλλιτέχνες και συγγραφείς και αναδείχθηκε σε παγκόσμια πρωτεύουσα κάθε καλλιτεχνικής ή πνευματικής επιδίωξης. Οι τελευταίες δεκαετίες του 20ού αι. σημαδεύτηκαν από την εκτεταμένη ανακαίνιση της πόλης, που κορυφώθηκε με τα «Μεγάλα Έργα» του Φρανσουά Μιτεράν. Αυτά, με σεβασμό στον ιστορικό ρόλο της ευρωπαϊκής πρωτεύουσας, πρόβαλαν τον χαρακτήρα του Παρισιού ως κέντρου καθορισμού των αρχιτεκτονικών τάσεων, και της καλλιτεχνικής έκφρασης γενικότερα.