ΣΤΗΝ ΑΚΡΗ ΤΩΝ ΧΕΙΛΙΩΝ ΜΟΥ…Η ΑΠΟΛΑΥΣΗ:
Το βλέπεις, το χαϊδεύεις, πρώτα με το βλέμμα και μετά με τα δάκτυλα. Απλώνεις το χέρι, και αργά αργά, το φέρνεις κοντά σου, το γεύεσαι πριν ακόμη το αγγίξεις με τη γλώσσα, και νιώθεις το άρωμα, τη γεύση του να γεμίζουν την ανάσα σου. Και τότε, μόνο τότε, το πλησιάζεις απαλά στο στόμα σου και το κάνεις δικό σου, κι η ανάμνησή του μένει για πάντα μέσα σου και σε ακολουθεί μέχρι το τέλος της ζωής σου. Αυτό έχει κάνει άπειρες φορές, ο άνθρωπος που αύριο δεν θα υπάρχει πια. Είναι ο μεγαλύτερος γευσιγνώστης στον κόσμο, ο Πάπας της γαστρονομίας. Άνθρωπος πληθωρικός και αυταρχικός, πάντα στο κέντρο του σύμπαντος. Σελίδα με τη σελίδα ζωγραφίζεται η προσωπικότητά του μέσα απ’ όσα έχουν να πουν γι’ αυτόν οι άλλοι, τώρα που ο ίδιος πεθαίνει. Η γυναίκα του τον λατρεύει, τα παιδιά του τον μισούν και τον αγαπούν ταυτόχρονα. Θα πεθάνει, όμως αυτό δεν έχει σημασία. Τώρα, στο τέλος της ζωής του, αναζητά μια γεύση από το παρελθόν. Έτσι, λοιπόν, θυμάται. Άλλοτε σιωπηλά, άλλοτε με ρυθμό φρενήρη, αφήνεται να τον οδηγούν οι μαίανδροι των γευστικών του αναμνήσεων. Βουτά στις χύτρες των παιδικών του χρόνων, κινείται ανάμεσα στα θηράματα, τα κρέατα, τα ψάρια, τα κρασιά. Θυμάται… μα δε τη βρίσκει τη γεύση τη μία, τη μοναδική, που του έχει χαρίσει κάποτε την ευτυχία.