Μπορούσε να μαγέψει όποιον ήθελε για να κάνει το ψέμα της αλήθεια…
Η Ίρις Χόλοου και οι δύο μεγαλύτερες αδελφές της είναι αδιαμφισβήτητα παράξενες. Όταν ήταν μικρές εξαφανίστηκαν από έναν ήσυχο δρόμο του Εδιμβούργου, για να επιστρέφουν έναν μήνα αργότερα γυμνές, με μια τομή σε σχήμα μισοφέγγαρου στον λαιμό τους. Δεν θυμόνταν τίποτε… Σαν να γεννήθηκαν εκείνη τη νύχτα.
Ακόμα πιο παράξενη ήταν η εμφάνισή τους· τα γαλάζια μάτια τους έγιναν μαύρα σαν γυαλισμένες ποταμόπετρες, τα σκούρα μαλλιά έγιναν λευκά, με σπάνια ανθοπέταλα. Καθώς μεγάλωναν, παράδοξα περιστατικά συνέβαιναν στο πέρασμά τους. Οι άνθρωποι τις χαρακτήριζαν αφόρητα όμορφες και ανεξήγητα επικίνδυνες.
Δέκα χρόνια αργότερα, όταν η Γκρέι εξαφανίζεται μυστηριωδώς, η Ίρις και η Βίβι ακολουθούν τα αλλόκοτα σημάδια που αφήνει πίσω της, προσπαθώντας να βρουτ’ τα ίχνη της. Δεν είναι οι μόνες που την αναζητούν…
Καθώς ανατρέχουν στο παρελθόν, συνειδητοποιούν ότι η ιστορία που τους έχουν πει για την παιδική τους ηλικία κρύβει την πιο τρομακτική και σπαρακτική αλήθεια για την ύπαρξη τους.
Ένα γκροτέσκ μυστήριο, με στοιχεία μαγικού ρεαλισμού και μια ασφάλιστη πύλη από τη ζωή στον θάνατο που στοιχειώνει τον αναγνώστη.